16/03/2025
Αθηνά, Ελλαδα
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Γωγώ Ατζολετάκη: Λατρεύω τις ρυτίδες της Τζούντι Ντεντς – Η Βραδυνή

Η Γωγώ Ατζολετάκη πρωταγωνιστεί στη νουβέλα του Στέφαν Τβάιχ «Το γράμμα μιας άγνωστης» και μιλά στη «Βραδυνή της Κυριακής» για τον ρόλο της

Κυρία Ατζολετάκη, πρωταγωνιστείτε την περίοδο αυτή στην αριστουργηματική νουβέλα του Στέφαν Τβάιχ «Το γράμμα μιας άγνωστης», στο «Studio Κυψέλης», κάθε Σάββατο και Κυριακή, σε σκηνοθεσία Γιώργου Λιβανού. Μιλήστε μας για την υπόθεση και το ρόλο σας…

«Μία ιστορία που απηχεί την εποχή της είναι αυτό το έργο. Μπελ Επόκ, ρομαντισμός και αιώνιοι έρωτες. Στα δεκατρία της, αυτή η “άγνωστη” γοητεύεται από τον γοητευτικό και διάσημο συγγραφέα γείτονά της. Μία εφηβική έλξη που μετατρέπεται σε έρωτα και βαθύ πάθος. Θα του είναι αφοσιωμένη σε όλη της τη ζωή, χωρίς να του αποκαλυφθεί ποτέ. Και αυτός, ο άντρας, θα συνειδητοποιήσει την ύπαρξή της μονάχα όταν θα λάβει το γράμμα της. Το γράμμα μίας άγνωστης!».

Είστε χρόνια στο θεατρικό χώρο, με μεγάλη εμπειρία σε διαφορετικούς ρόλους. Πόσο δύσκολο είναι να κρατήσει το ενδιαφέρον του κοινού ο ηθοποιός με έναν μονόλογο; Τι πρέπει να προσέξει;

«Αναμφισβήτητα, ο μονόλογος είναι από τα δυσκολότερα είδη Θεάτρου. Η βάση, για να κρατήσεις το ενδιαφέρον του κοινού, είναι η θεματολογία και ο λόγος. Πόσο καλογραμμένος είναι ο μονόλογος. Και βεβαίως, σημαίνοντα ρόλο παίζει και η ερμηνεία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, θεωρώ πως ο Γιώργος Λιβανός και εγώ, καταφέραμε όλα να συν-λειτουργήσουν άψογα, και αυτό φαίνεται στην επιτυχία της παράστασης».

Εμφανίζεται και ο κ. Λιβανός;

«Εμφανίζεται σαν σκιά… υποφωτισμένος. Σκηνοθετικά επέλεξε να μην εμφανίζεται κανονικά στη σκηνή, ο θεατής δηλαδή να τον πλάθει με τη φαντασία του. Νομίζω πως είναι ένα πολύ εύστοχο σκηνοθετικό εύρημα».

Το έργο γράφτηκε το 1922, που οι συνθήκες ήταν τελείως διαφορετικές από σήμερα. Είναι διαχρονική η ιστορία του Τσβάιχ; Συναντάμε στην εποχή μας παρόμοιες καταστάσεις;

«Θα μπορούσε και σήμερα, ίσως, να υπάρξουν τέτοιες ιστορίες αιώνιας αφοσίωσης και αγάπης. Δύσκολο, αλλά όχι αδύνατο. Από την άλλη, μία τέτοια ιστορία, πάντοτε γοητεύει, ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή της αγριότητας και της βαρβαρότητας. Είναι όμορφο και λυτρωτικό να ταξιδεύει ο θεατής για μιάμιση ώρα με την ένταση ενός τέτοιου αγνού ερωτικού πάθους».

Γωγώ, μιλάτε γλώσσες, είστε καλλιεργημένο, αξιόλογο και πνευματικό άτομο. Σπουδάσατε λοιπόν στη Σχολή Δραματικής Τέχνης Γιώργου Θεοδοσιάδη και μετά πήρατε φόρα! Θέατρο, Κινηματογράφος, Βιντεοταινίες, Τηλεόραση, Ραδιόφωνο, δικό σας θέατρο, επιχειρηματίας, συγγραφέας. Μα, πριν απ’ όλα, ως πανέμορφη Κρητικοπούλα εκλεχτήκατε Σταρ Ελλάς 1971, μαθήτρια ακόμη Γυμνασίου, μία κούκλα. Πώς έγινε αυτό;

«Αχ… ήμουν δεκαεπτά χρόνων τότε. Παιδί ακόμα, ήταν κάτι σαν παιχνίδι. Μου βάλανε την ιδέα μερικές φίλες, και είπα “γιατί όχι;”. Δεν μπορούσα καν να υποψιαστώ την εξέλιξη, και ούτε φυσικά ότι θα με στέφανε ως την ωραιότερη Ελληνίδα».

«Το τηλέφωνο χτυπάει, δεν έχω παράπονο. Απλώς, επιλέγω. Τώρα πια, ύστερα από διαδρομή τόσων χρόνων, νιώθω την ανάγκη ν’ αναμετριέμαι με δύσκολους ρόλους, με έργα και ρόλους απαιτήσεων. Ποτέ, εξάλλου, δεν ήμουν τεμπέλα. Εργασιομανής είμαι»

Με τον πρώτο σας σύζυγο, θεατρικό επιχειρηματία Βασίλη Πλατάκη, αποκτήσατε τη Θεοδώρα. Δεν ακολούθησε τα βήματά σας όμως…

Όχι. Η Θεοδώρα επέλεξε να κρατηθεί μακριά. Και ούτε νομίζω πως την ενδιέφερε ποτέ να γίνει ηθοποιός. Δραστηριοποιήθηκε στον ασφαλιστικό τομέα και σήμερα είναι μία επιτυχημένη επαγγελματίας».

Και ως μαμά η Γωγώ πώς ήταν; Πώς είναι;

«Ήμουνα αυστηρή, πρέπει να το ομολογήσω. Ήξερα τους κινδύνους που καιροφυλακτούν, και γι’ αυτό κρατούσα γερά τα ηνία. Τώρα πια έχουμε μια πολύ καλή σχέση με το παιδί μου και, το βασικότερο, την εκτιμώ. Δίνω έμφαση σ’ αυτό, γιατί το να αγαπάς το παιδί σου είναι φυσικό. Το να το εκτιμάς όμως, είναι σπουδαίο!».

Με το δεύτερο σύζυγό σας, δημοσιογράφο και καθηγητή Πανεπιστημίου Στέλιο Συρμόγλου, είστε πάνω από 30 χρόνια μαζί. Πορεύονται αρμονικά δύο ισχυρές προσωπικότητες;

«Δεν είναι πάντα εύκολο. Απαιτείται κατανόηση και σεβασμός στις ιδιαιτερότητες του άλλου. Με τον εγωισμό δεν οδηγούνται πουθενά οι σχέσεις».

Με το χρόνο τι σχέση έχετε; Ύστερα από κάποια ηλικία, ειδικά οι καλλιτέχνιδες, καταφεύγουν σε επεμβάσεις, που πολλές φορές τις… αλλοιώνουν. Η γνώμη σας;

«Λέω, πάντα, πως λατρεύω τις ρυτίδες της Τζούντι Ντεντς! Δυστυχώς, ο χρόνος δεν χαρίζεται σε κανέναν. Θέλει κότσια να αποδεχθείς τη φθορά και τις συνέπειές της… Οι παρεμβάσεις, όχι ! Δεν έχουν πάντα το επιθυμητό αποτέλεσμα. Τι να το κάνω ένα πρόσωπο παραμορφωμένο, που δεν θα είμαι πλέον εγώ; Και που σε κάποιες περιπτώσεις είναι και αποκρουστικό… Ευτυχώς, ο χρόνος μέχρι τώρα έχει σταθεί ευγενικός μαζί μου και δε χρειάστηκε να προσφύγω σε παρεμβάσεις. Για αργότερα… δεν ξέρω… ειλικρινά!».

Υπάρχει ηλικιακός ρατσισμός στο χώρο σας, όπως και σε όλα τα επαγγέλματα, εξάλλου, ιδίως στην Ελλάδα; Δεν χτυπάει το τηλέφωνο;

«(Γέλια)… Το τηλέφωνο χτυπάει, δεν έχω παράπονο. Απλώς, επιλέγω. Τώρα πια, ύστερα από διαδρομή τόσων χρόνων, νιώθω την ανάγκη ν’ αναμετριέμαι με δύσκολους ρόλους, με έργα και ρόλους απαιτήσεων. Ποτέ, εξάλλου, δεν ήμουν τεμπέλα. Εργασιομανής είμαι. Όσο για τον ηλικιακό ρατσισμό… Σε άλλα επαγγέλματα, σίγουρα υπάρχει. Σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν – παγκόσμιο φαινόμενο αυτό… Στο Θέατρο όμως, στην Τηλεόραση, στον Κινηματογράφο, είναι χρήσιμες και απαραίτητες όλες οι ηλικίες. Ποια θα παίξει τη μητέρα, τη θεία τη γιαγιά; Η εικοσάρα;…».

Η Γωγώ τι εκτιμά; Τι αποστρέφεται, Τι φοβάται;

«Εκτιμώ την καθαρότητα των ανθρώπων και των συναισθημάτων, τη συνέπεια και την πειθαρχία. Απεχθάνομαι την ανεντιμότητα, την κολακεία, την υποκρισία και τους χειριστικούς ανθρώπους. Φοβάμαι τα σπασμένα πεζοδρόμια, τις λακκούβες στους δρόμους και τους τρελαμένους οδηγούς… Και δεν κάνω πλάκα. Σ’ αυτή τη διαλυμένη και απείθαρχη πόλη που ζούμε, είναι θαύμα το ότι διατηρούμε τη σωματική μας αρτιμέλεια. Όσοι τη διατηρούμε…».

*Αναδημοσίευση από τη «Βραδυνή της Κυριακής»


Πηγή: www.vradini.gr