Το Εφετείο μείωσε στο μισό την ποινή φυλάκισης, στην οποία καταδικάστηκε νεαρός Βρετανός που εργοδοτείται στον βρετανικό στρατό, για συμμετοχή του σε σεξουαλικές πράξεις με παιδί, το οποίο δεν είχε φτάσει στην ηλικία συναίνεσης, ενώ ανέστειλε την άμεση εκτέλεσή της για περίοδο τριών χρόνων.
Τα αδικήματα έλαβαν χώρα το 2022 στην Πάφο και κατά τον χρόνο διάπραξης των αδικημάτων η ανήλικη ήταν ηλικίας 16 ετών και 5 μηνών, ενώ ο Εφεσείων ηλικίας 20 ετών και 4 μηνών. Η μεταξύ τους διαφορά ηλικίας ήταν 3 χρόνια και 11 μήνες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ: Μειώθηκε και αναστάληκε η ποινή άνδρα που συνουσιάστηκε με παιδί – Η πρωτοφανής απόφαση του Εφετείου και η εξήγηση
Ο Εφεσείων καταδικάστηκε από το Κακουργοδικείο Πάφου σε εφτά κατηγορίες, που αφορούσαν συμμετοχή σε σεξουαλικές πράξεις με παιδί, το οποίο δεν είχε φτάσει στην ηλικία συναίνεσης, κατά παράβαση του Άρθρου 6(3) του Νόμου 91(Ι)/2014, ενώ του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης με μεγαλύτερη αυτή των τριών χρόνων στην κατηγορία της παράνομης συνουσίας.
Για τις εν λόγω σεξουαλικές πράξεις ο Εφεσείων αντιμετώπιζε και κατηγορίες χρήσης βίας ή εξαναγκασμού κατά παράβαση του Άρθρου 6(4)(γ) του Νόμου, στις οποίες αθωώθηκε.
Σύμφωνα με τα ευρήματα του Κακουργιοδικείου, στηριζόμενα στη μαρτυρία της παραπονούμενης, την οποία αποδέχτηκε ως αξιόπιστη, το επίδικο βράδυ όταν γνωρίστηκε με τον Εφεσείοντα του είχε πει ότι ήταν 17 ετών, με αποτέλεσμα ο Εφεσείων να μην γνωρίζει ότι συμμετείχε σε σεξουαλικές πράξεις με παιδί, το οποίο δεν είχε φτάσει στην ηλικία συναίνεσης.
Ο Εφεσείων προσέφυγε στο Εφετείο κατά της ποινής, που του επέβαλε το πρωτόδικο δικαστήριο, προσβάλλοντάς την ως «έκδηλα υπερβολική», ενώ με ξεχωριστό λόγο έφεσης πρόσβαλλε και ως εσφαλμένη τη μη αναστολή της ποινής φυλάκισης.
Σημειώνεται πως το πρωτόδικο Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη όλους τους μετριαστικούς παράγοντες, οι οποίοι τέθηκαν ενώπιον του, επέβαλε στον Εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές φυλάκισης, με μεγαλύτερη αυτή των τριών ετών.
Συγκεκριμένα, λήφθηκε υπόψη ότι ο Εφεσείων είναι άτομο λευκού ποινικού μητρώου, το οποίο εργοδοτείτο στον Βρετανικό στρατό.
Η επιβολή ποινής φυλάκισης είτε άμεσης, είτε με αναστολή, εξυπακούει απόλυση του από τον Βρετανικό στρατό, το οποίο αποτελεί σοβαρή μορφή εξωδικαστηριακής τιμωρίας.
Στην απόφασή του Εφετείου αναφέρεται ότι από τη διάπραξη των αδικημάτων απουσιάζει το στοιχείο της βίας ή εξαναγκασμού, ενώ υπήρχε μικρή μόνο ηλικιακή διαφορά μεταξύ τους.
Ο Εφεσείων δεν γνώριζε ότι συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη με παιδί κάτω από την ηλικία συναίνεσης, καθότι η παραπονούμενη του είχε αναφέρει ότι ήταν ηλικίας 17 ετών. Επιπλέον, η παραπονούμενη κατά τον ουσιώδη χρόνο βρισκόταν κοντά στην ηλικία συναίνεσης.
Στην απόφαση του να μην αναστείλει την ποινή φυλάκισης το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι θα αντίκειτο στο στοιχείο της αποτροπής, καθιστώντας ανεπαρκή την «τιμωρία στην οποία έχουμε καταλήξει, για την σοβαρής μορφής παραβατική συμπεριφορά που έχει επιδειχθεί». Επισήμανε, δε, την απουσία έμπρακτης μεταμέλειας, καθότι η ποινή επιβλήθηκε κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας.
Το Εφετείο αποδέχτηκε την έφεση κατά της ποινής και παραμέρισε τις ποινές φυλάκισης, αντικαθιστώντας τις με ποινή φυλάκισης 18 μηνών στην κατηγορία για παράνομη συνουσία με την παραπονούμενη (προηγούμενη ποινή 3 έτη), ενώ μείωσε στο μισό και τις υπόλοιπες ποινές φυλάκισης για σεξουαλικές πράξεις.
Τέλος, το Εφετείο ανέστειλε την ποινή φυλάκισης των τριών ετών. Σύμφωνα με την απόφασή του, το Εφετείο έκρινε ότι «η επιβληθείσα ποινή των 3 ετών στην κατηγορία, αφορώσα παράνομη συνουσία με την παραπονούμενη, είναι έκδηλα υπερβολική και αντικαθίσταται με ποινή φυλάκισης 18 μηνών», ενώ ως «έκδηλα υπερβολικές» έκρινε και τις υπόλοιπες ποινές φυλάκισης.
Αναφορικά με την έφεση κατά της μη αναστολής των ποινών φυλάκισης με γνώμονα τα καθιερωμένα νομολογιακά κριτήρια, το Εφετείο θεωρεί ότι «οι εξαιρετικές περιστάσεις της υπόθεσης και το σύνολο των προαναφερθέντων μετριαστικών παραγόντων, ειδικά το ότι η παραπονούμενη παραπλάνησε τον Εφεσείοντα για την πραγματική της ηλικία σε συνάρτηση με τη μικρή μεταξύ τους ηλικιακή διαφορά, δικαιολογούν την αναστολή των ποινών φυλάκισης».
«Παρότι», σημειώνει, «στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν ενδείκνυται η αναστολή της ποινής φυλάκισης για τέτοιας φύσης αδικήματα λόγω της ανάγκης επιβολής αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών, εντούτοις τούτο δεν θέτει άκαμπτο κανόνα μη αναστολής σε όλες ανεξαιρέτως τις περιπτώσεις. Με κάθε σεβασμό θεωρούμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν προσέδωσε τη δέουσα σημασία και προσοχή στους εν λόγω μετριαστικούς παράγοντες οι οποίοι δικαιολογούσαν υπό τις περιστάσεις την αναστολή των ποινών φυλάκισης».
Πηγή: omegalive.com.cy